1.7.07

Περι Ακαδημίας των Τεχνών


απόσπασμα απο το δελτίο τύπου του υπουργού Πολιτισμού στις 21/05/07

  • Το 2005, με πρωτοβουλία του Πρωθυπουργού και τότε Υπουργού Πολιτισμού κ. Κώστα Καραμανλή, συστήνονται τέσσερις ομάδες εργασίας: Δραματικής Τέχνης, Χορού, Μουσικής Τέχνης, Κινηματογραφικής Τέχνης και Οπτικοακουστικών Τεχνών.
  • Οι ομάδες εργασίας στελεχώθηκαν από προσωπικότητες εγνωσμένου κύρους και συστάθηκαν για την επεξεργασία προτάσεων του προγράμματος της Ακαδημίας Τεχνών

Τα ονόματα των μελών των ομάδων εργασίας είναι τα εξής:

Δραματική Τέχνη : Ελένη Βαροπούλου, Λευτέρης Βογιατζής, Βασίλης Παπαβασιλείου, Ρούλα Πατεράκη, Θεόδωρος Τερζόπουλος

Χορός: Ντένυ Ευθυμίου Τσεκούρα, Λευτέρης Δρανδάκης, Γιάννης Ζέρβας, Βίκυ Μαραγκοπούλου, Δημήτρης Παπαϊωάννου

Μουσική Τέχνη: Λυκούργος Αγγελόπουλος, Θεόδωρος Αντωνίου, Γιάννης Βακαρέλης, Δάφνη Ευαγγελάτου, Λεωνίδας Καβάκος, Κωνσταντίνος Φλώρος

Κινηματογραφική Τέχνη και Οπτικοακουστικές Τέχνες: Στρατής Βουγιούκας, Πάνος Κούτρας, Θανάσης Ρικάκης, Εύα Στεφανή, Αθηνά Τσαγγάρη, Άγγελος Φραντζής

  • Τον Μάρτιο του 2006, οι ομάδες εργασίες παραδίδουν επίσημα τα πορίσματά τους στον Υπουργό Πολιτισμού.
  • Τον Μάιο του 2006 συστήνεται κοινή Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή μεταξύ Υπουργείου Πολιτισμού και Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, με αντικείμενο την κατάρτιση Νομοσχεδίου για την Ακαδημία Τεχνών, η οποία έλαβε υπόψη και τα πορίσματα των ομάδων εργασίας
  • Τον Δεκέμβριο του 2006 η Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή παραδίδει το σχέδιο νόμου στον Υπουργό Πολιτισμού.
  • Ακολουθεί συνεργασία μεταξύ της ηγεσίας του ΥΠΠΟ και του ΥΠΕΠΘ




Μερικά λινκς σε χρονολογική σειρά που αφορούν την ίδρυση της Ακαδημίας είναι τα εξής:
  • [03/2007] Η Διακήρυξη της Μπολώνια και η Ανώτατη Μουσική Εκπαίδευση από την Όλγα Καλογρηάδου ΜΕΡΟΣ Α' και ΜΕΡΟΣ Β'
  • [12/05/2007] Η ανακοίνωση της ίδρυσης της Ακαδημίας στον ελληνικό τύπο και τα επίσημα σχέδια των κτηριακών εγκαταστάσεων συγκεντρωμένα στον ευθύΑυλο
  • [21/05/2007] Δελτίο τύπου από το ΥΠΠΟ. Σχέδιο νόμου για την ίδρυση της Ακαδημίας Τεχνών σε μορφή word.doc

Επίσης, οι Γιώργος Κουρουπός, Γιώργος Κουμεντάκης, Γιώργος Δεμερτζής, Περικλής Κούκος και Θεώδορος Αντωνίου μίλησαν στην Ελευθεροτυπία της Παρασκευής 29/06/2007 για το συγκεκριμένο θέμα.

«Πρόκειται για μια αναχρονιστική απάντηση σ' ένα παλιό αίτημα: Τη στιγμή που οι μεγαλύτερες μουσικές ακαδημίες της Ευρώπης μετατρέπονται σε πανεπιστημιακά ιδρύματα, ευθυγραμμιζόμενες με τις αποφάσεις της Μπολόνια, τις οποίες κι εμείς έχουμε προσυπογράψει, εμείς εδώ αποφασίζουμε να φτιάξουμε ακαδημία και μάλιστα όχι ανωτάτη», είναι η πρώτη αντίδραση του συνθέτη Γιώργου Κουρουπού.
Διαθέτει τεράστια θεσμική πείρα, αφού έχει κατ' επανάληψη διαχειριστεί και εξακολουθεί να διαχειρίζεται τα μουσικά τεκταινόμενα του τόπου μας από διάφορες διοικητικές και καλλιτεχνικές θέσεις (πρόεδρος της Λυρικής Σκηνής και καλλιτεχνικός διευθυντής της Ορχήστρας των Χρωμάτων). Παράλληλα, ασκεί εκπαιδευτικό έργο, στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο, όπου διδάσκει μουσική σύνθεση.

Τον Γιώργο Κουρουπό δεν τον βρίσκει σύμφωνο το επιχείρημα ότι θα μπορούν στην Ακαδημία Τεχνών να διδάξουν επιφανείς καλλιτέχνες, που δεν διαθέτουν τα τυπικά προσόντα για το πανεπιστήμιο: «Το επιχείρημα ότι υπάρχουν διακεκριμένοι καλλιτέχνες, που δεν έχουν τα τυπικά προσόντα για να διδάξουν στο Πανεπιστήμιο, δεν είναι επαρκές. Πώς, για παράδειγμα, έχουμε Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (για τη ζωγραφική) και δεν μπορούμε να έχουμε για τις άλλες τέχνες;».


Στην ερώτηση που του θέτουμε, αν εκτιμά ότι η κυβέρνηση επίσπευσε τις διαδικασίες ίδρυσης της Ακαδημίας Τεχνών εν όψει εκλογών, απαντά: «Νομίζω ότι η κυβέρνηση αυτοπαγιδεύτηκε από την υπόσχεση του πρωθυπουργού και, μπροστά στις νομικές, γραφειοκρατικές και οικονομικές δυσκολίες, συμβιβάστηκε με μια μεσοβέζικη λύση».

Εν τούτοις, βλέπει να έρχεται και κάποιο φως, καθώς αντιλαμβάνεται την Ακαδημία ως πέρασμα από την ανώτερη στην ανώτατη εκπαίδευση: «Το μόνο καλό που εγώ βλέπω να προκύπτει για τη μουσική (και δεν είναι αμελητέο) είναι ότι οι απόφοιτοι της σχολής αυτής θα μπορούν να εισαχθούν στα αντίστοιχα πανεπιστημιακά τμήματα, γεγονός που θα προκαλέσει ένα ωστικό κύμα που θα επιταχύνει τη σταδιακή μετατροπή κάποιων μουσικών τμημάτων (όσων θέλουν και μπορούν) σε αληθινές μουσικές ακαδημίες».


Αρνητική είναι και η αντιμετώπιση του συνθέτη Γιώργου Κουμεντάκη, ο οποίος, όπως δηλώνει, αισθάνεται στενοχωρημένος και θυμωμένος. Διότι, «περιμέναμε πολλά χρόνια την αναβάθμιση της μουσικής εκπαίδευσης και δεν έγινε». Ανακαλεί το παράδειγμα των ακαδημιών του εξωτερικού που «βρήκαν τον τρόπο να προσαρμόσουν τα προγράμματά τους στο ύψος των πανεπιστημίων». Ενώ σε αντίθεση «εμείς που για πρώτη φορά ξεκινάμε την ακαδημία δεν τον βρήκαμε. Τι να υποθέσει κανείς; Είναι κρίμα να εγκλωβίζεται η μουσική στις ενδεχομένως διαφορετικές ανάγκες άλλων τεχνών, όπως το θέατρο ή ο κινηματογράφος».

Η πρότασή του είναι να «βγει η μουσική από την Ακαδημία Τεχνών και να βρεθεί μια άλλη λύση έπειτα από προσεκτική σκέψη, με δεδομένο τους πανεπιστημιακούς τίτλους και τη μέγιστη ποιότητα σπουδών».


Ο σολίστ του βιολιού Γιώργος Δεμερτζής χρωματίζει πολιτικά το θέμα: «Θα προτιμούσα μια αναγγελία από μια άλλη εξαγγελία. Θεωρώ τον χρονισμό της ανακοίνωσης ενός τέτοιου μεγάλου θέματος, σε σχέση με τις επερχόμενες εκλογές -όσο κανονικά ή πρόωρα γίνουν- κάπως ύποπτο, χωρίς να υπονοώ τίποτα περισσότερο».

«Θεωρώ όλη αυτή την υπόθεση ανέφικτη», υποστηρίζει, «γιατί δεν πιστεύω ότι υπάρχουν οι ουσιαστικές προϋποθέσεις μια τόσο σοβαρή υπόθεση να πάρει σάρκα και οστά». Ως τέτοιες αναφέρει, το κτιριακό και τη διαβάθμιση της σχολής: «Δεν μας έχουν δώσει να καταλάβουμε τι θα παράγει η Ακαδημία Τεχνών και σε τι θα διαφέρει από ένα σημερινό «καλό ωδείο».

Θεωρεί, ακόμη, ότι ο αριθμός των εισακτέων είναι πολύ μικρός, γιατί δεν διευκρινίζεται «αν θα είναι εκτελεστές εγχόρδων, πνευστών, κρουστών, νυκτών, αν θα είναι πιανίστες, συνθέτες, θεωρητικοί. Ο αριθμός δεν καλύπτει ούτε καν τα διαφορετικά είδη ερμηνευτών που υπάρχουν».


Σε νεαρή ηλικία ο συνθέτης Περικλής Κούκος βρέθηκε στο τιμόνι της Λυρικής Σκηνής και του Ελληνικού Φεστιβάλ. Πέρα από τις συνθετικές του ικανότητες, οι οποίες επισημάνθηκαν από την κριτική, έχει και μεγάλο εκπαιδευτικό έργο.
«Επί πολλά χρόνια το όνειρο των μουσικών ήταν η ίδρυση μιας Μουσικής Ακαδημίας, με προδιαγραφές που θα συνάδουν τους τίτλου της», λέει. Θέλει να τονίσει ότι η Ακαδημία Τεχνών δεν είναι υπόθεση των τελευταίων τριών ετών. Ομως, αναζητάει παραδείγματα από γειτονικές χώρες, γιατί έχει συνειδητοποήσει ότι η Ελλάδα έχει μείνει πίσω: «Ακόμη και χώρες χωρίς τη μεγάλη μουσική παράδοση της Κεντρικής Ευρώπης, όπως για παράδειγμα η Βουλγαρία ή η Τουρκία, ίδρυσαν και λειτουργούν μουσικές ακαδημίες που κλιμακώνουν όλο το φάσμα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης των μουσικών σπουδών (πρώτο πτυχίο-μεταπτυχιακό-διδακτορικό)».

Τείνει το χέρι στους νέους μουσικούς και στους συνάδελφους του, με τους οποίους πιστεύει ότι μοιράζεται το αυτονόητο αίτημα του κλάδου τους: «Επί χρόνια, έχω μία ιδιαίτερη αγάπη στη μουσική εκπαίδευση (τόσο στη γενική όσο και στην ειδική), αφουγκράζομαι τις αγωνίες των ταλαντούχων νέων μουσικών και θέλω να στηρίξω, φαντάζομαι όπως όλοι οι συνάδελφοί μου, τις ελπίδες τους για σπουδές ανωτάτου επιπέδου».

Ομως, δεν κρύβει τον φόβο του ότι το νέο ίδρυμα θα είναι κατώτερο των προσδοκιών του. «Δεν θέλω να πιστέψω ότι η εξαγγελθείσα Ακαδημία Τεχνών θα είναι κάτι λιγότερο από την ουσιαστική, αλλά και τυπική διαδικασία μουσικών σπουδών ανωτάτου επιπέδου, όπου οι νέοι δημιουργοί και οι εκτελεστές μέσα από αυστηρότατες διαδικασίες θα βρουν το σπίτι τους».


Η μουσική παιδεία στην Ελλάδα πάσχει από αναξιοπιστία. Οι τίτλοι σπουδών είναι αδιαβάθμητοι, αναγκάζοντας τους απόφοιτους να αναζητούν μάστερ και μεταπτυχιακά σε μεγάλα μουσικά κέντρα της Δυτικής και της Κεντρικής Ευρώπης και της Αμερικής. Τα τέσσερα μουσικά τμήματα των πανεπιστημίων Αθηνών, Θεσσαλονίκης, Μακεδονίας και Ιονίου βγάζουν στην αγορά εργασίας άνεργους μουσικολόγους, καθώς δεν υπάρχουν οργανωμένες μουσικές βιβλιοθήκες, οργανωμένοι μουσικοί οίκοι και οι κατάλληλοι χώροι υποδοχής της μουσικοκριτικής.

Ετσι, ο μουσικός κόσμος, όπως αποδεικνύεται από την παρακάτω έρευνα, περίμενε να αποκτήσει επιτέλους η μουσική και οι μουσικοί το δικό τους σπίτι... με στέγη ανωτάτου επιπέδου. Οι ερωτηθέντες θεωρούν μικρό τον αριθμό των εισακτέων στην Ακαδημία Τεχνών, εκτιμούν ότι απουσιάζει το κατάλληλο οργανόγραμμα και χρονοδιάγραμμα και χρεώνουν στην κυβέρνηση ότι επέλεξε τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή γιά λόγους προεκλογικούς.

Ο συνθέτης Θεόδωρος Αντωνίου, ο οποίος έχει μακρά εκπαιδευτική πείρα σε πανεπιστήμια της Αμερικής, εργάστηκε δωρεάν επί τρία χρόνια ως επικεφαλής της ομάδας εργασίας για τη μουσική. Συνεργάστηκε σ' αυτή με τους Λυκούργο Αγγελόπουλο, Γιάννη Βακαρέλη, Δάφνη Ευαγγελάτου, Λεωνίδα Καβάκο και Κωνσταντίνο Φλώρο.

Οταν του ζητήθηκε από τον υπουργό Πολιτισμού να αναλάβει αυτή τη θέση, αναζήτησε ανθρώπους του μουσικού χώρου που να διαθέτουν τα εξής τρία χαρακτηριστικά: «Να έχουν διεθνή καριέρα, να γνωρίζουν εις βάθος το αντικείμενο της μουσικής παιδείας και να αγαπάνε αυτό το θέμα».

Ωστόσο, όπως μας εξηγεί, ο καινούργιος θεσμός δεν έπρεπε να θίξει τα ωδεία, διότι «είναι η πηγή που θα τροφοδοτεί και την Ακαδημία», όπως και τα μουσικά τμήματα των πανεπιστημίων. «Ο νέος θεσμός», ξεκαθαρίζει, «έχει σκοπό να προετοιμάσει υψηλού επιπέδου συνθέτες, αρχιμουσικούς και εκτελεστές μουσικών οργάνων». Εν τούτοις, πρέπει να διαθέτει ευελιξία, «ώστε να μπορέσει να ξεπεράσει τους περιορισμούς που θέτει η τριτοβάθμια εκπαίδευση, που είναι οι τίτλοι σπουδών τών διδασκόντων, η ηλικία τους και οι οικονομικές τους απολαβές».

Σ' αυτό το νέο εκπαιδευτικό πλαίσιο, κατά τον Θεόδωρο Αντωνίου, θα σταματήσει «η διαρροή των νέων μουσικών που πάνε στο εξωτερικό για να συνεχίσουν τις σπουδές τους». Ομως, εκτιμά ότι οι επιλογές πρέπει να γίνονται με αυστηρούς όρους αναφορικά με το διδακτικό προσωπικό και με τον τρόπο εισαγωγής των σπουδαστών: «Ετσι, θα έχουμε κερδίσει υψηλό επαγγελματικό επίπεδο», αποφαίνεται εν κατακλείδι.